BLOG

Γιατί δεν θέλω να πηγαίνω πουθενά

Γιατί δεν θέλω να πηγαίνω πουθενά

Σιγά σιγά τελειώνει η καραντίνα. Θα ξεκινήσουμε ή μάλλον σωστότερα, θα ξεκινήσετε πάλι να κυκλοφορείτε χωρίς περιορισμούς. Αυτό με έβαλε σήμερα σε σκέψεις.

Άκουγα τις προάλλες την ομιλία ενός νεαρού, ο οποίος έμεινε ανάπηρος από το λαιμό και κάτω, κάνοντας μια βουτιά. Έτσι απλά. Μια βουτιά στην θάλασσα. Τι πιο ωραίο και απελευθερωτικό από μια βουτιά στην θάλασσα, ε; Κι όμως...

Υπάρχουν άνθρωποι που γεννήθηκαν τετραπληγικοί ή με δυσμορφίες που τους υποχρεώνουν να χρησιμοποιούν αμαξίδια, πατερίτσες, περιπατητήρες ή βακτηρίες για να μετακινούνται.

Τέλος, υπάρχουν πολλοί άνθρωποι που θα χρειαστεί να χρησιμοποιήσουν περιστασιακά στην ζωή τους κάποιο βοήθημα. Είτε λόγω κάποιου τραυματισμού, είτε λόγω γήρατος. Να μην ξεχνάμε και τους γονείς που αγωνίζονται να βγάλουν τα μωρά τους βόλτα με τα καρότσια.

Τα βοηθήματα μετακίνησης, είναι μια ευλογία για τους χρήστες και ο «οξαποδώ» για τους μη χρήστες. Υπάρχουν αυτοί που θα θεωρήσουν το αμαξίδιο «GAME OVER» και αυτοί που θα το δουν ως «GAME CHANGER». Όπως με τα περισσότερα πράγματα σε αυτή τη ζωή, εξαρτάται σε ποια πλευρά βρίσκεσαι και πόσο η κεφάλα σου μπορεί να συλλάβει το εφήμερο της ζωής που μπορεί να σε φέρει από την μια πλευρά στην άλλη χωρίς εσύ να έχεις κουνήσει ούτε το μικρό σου δακτυλάκι.

Υπάρχει λοιπόν από τη μια η επιστήμη, που προσπαθεί να διευκολύνει τους έχοντες μια κινητική δυσκολία, δημιουργώντας βοηθήματα και από την άλλη, υπάρχει η κοινωνία που δεν θέλει να βλέπει αυτούς που τα χρησιμοποιούν να κυκλοφορούν ανάμεσά τους. Που αντιμετωπίζουν την διαφορετικότητα και την αναπηρία ως κάτι «κακό», κάτι «στενάχωρο» για το οποίο δεν πρέπει να μιλάμε.

Ο πιο εύκολος τρόπος να το παρατηρήσετε αυτό είναι μέσω των μικρών παιδιών. Θα δει ένα πιτσιρίκι έναν άνθρωπο με αναπηρία και θα τον κοιτάξει επίμονα. Πολύ φυσιολογικό αν με ρωτάτε, καθώς είναι διαφορετικός. Τα παιδιά, δεν είναι ποτέ κακοπροαίρετα. Το πιτσιρίκι, με όλη την αφέλεια και την δίψα για πληροφορία που χαρακτηρίζει όλα τα παιδιά, θα κάνει την ερώτηση: «Γιατί το χρησιμοποιείς αυτό;», ή «Τι είναι αυτό;», «Τι έπαθες;». Αν το πιτσιρίκι συνοδεύεται από κάποιον ενήλικα, θα δείτε που θα σας ζητήσει συγγνώμη, θα μαζέψει το παιδάκι και θα του πει οτι «δεν είναι ευγενικό να κάνουμε τέτοιες ερωτήσεις». Κι έτσι, μη επιτρέποντας να ρωτήσουν ή να κοιτάζουν, αυτόματα, συνδέουμε την αναπηρία με κάτι κακό. Κάτι που «δεν πρέπει». Κάτι που «δεν κάνει να το κοιτάμε». Να πούμε βέβαια, οτι υπάρχουν και οι γονείς που (α) έχουν εξηγήσει στα παιδιά την έννοια της αναπηρίας είτε γιατί έχουν κάποιο στο κοντινό τους περιβάλλον είτε γιατί το θεωρούν απαραίτητο, και (β) οι γονείς που θα σας χαμογελάσουν και θα δεχτούν την εξήγηση που θα επιλέξετε να δώσετε. Σπανίζουν, αλλά υπάρχουν.

Αφού λοιπόν η επιστήμη, βάζει τα δυνατά της για να δώσει στους ανάπηρους πίσω την ανεξαρτησία και την αυτονομία τους, γιατί δεν μπορεί και το κοινωνικό σύνολο να υποστηρίξει αυτή την προσπάθεια; Γιατί θα πρέπει ο κάφρος να μου κλείσει την διάβαση; Γιατί θα πρέπει να πιάσει ο νομοθέτης κάποιον από το αυτί ή να τον πάρει από το χεράκι και να του πει: εδώ πρέπει να κάνεις μια ράμπα. Εκεί, πρέπει να έχει ασανσέρ. Το πεζοδρόμιο πρέπει να έχει την πλακόστρωση. Το φανάρι για την διάβαση των πεζών πρέπει να έχει και ηχητικό σήμα. Η λίστα είναι αρκετά μεγάλη.

Θέλω να μπορώ να βγω έξω και να κυκλοφορήσω. Γιατί το έχω ανάγκη ως άνθρωπος. Ως κοινωνικό ον. Γιατί έχουμε κι εμείς φίλους. Και οικογένειες. Και θέλουν να μας κάνουν παρέα. Και να μοιράζονται μαζί μας στιγμές. Και βόλτες. Και εκδρομές. Κα περιπέτειες.

Και για να με βλέπετε, για να καταλάβετε οτι δεν είμαστε ένας στους τόσους. Είμαστε αρκετοί. Θέλω να μπορώ να πάω σε ένα μπαρ, σε ένα εστιατόριο. Χωρίς να χρειαστεί να με κουβαλήσουν 4 φίλοι μου για να ανέβω τα σκαλιά με το αμαξίδιο. Εκτός βέβαια, αν το κατάστημα διαθέτει ημίγυμνους, Βραζιλιάνους χορευτές, που θα έλεγε και η αγαπημένη Κατερίνα Βρανά. Ξέρω οτι είμαστε φιλότιμος λαός και το κατάστημα θα κάνει τα πάντα για να νιώσω άνετα στον χώρο. Θα μετακινήσει τραπέζια, θα σηκώσει 25 πελάτες για να περάσω και να φτάσω στην θέση μου «συγγνώμη...συγγνώμη»... «μα τι λέτε... παρακαλώ... εμεις συγγνώμη», αλλά ΔΕΝ ΘΕΛΩ ΡΕ.

Δεν θέλω να είμαι το επίκεντρο κάθε φορά που πάω κάπου γιατί πολύ απλά κανείς δεν σκέφτηκε να συμπεριλάβει στο πελατολόγιό του ένα σημαντικό ποσοστό του γενικού πληθυσμού (πάνω από 20%). Δεν θέλω να είμαι το επίκεντρο λόγω της δυσκολίας μου γιατί δεν είμαι μόνο αυτό. Είμαι και πολλά άλλα πράγματα, όπως όλοι οι άνθρωποι. Δεν θέλω να πάρω την αστυνομία και να φέρει τον γερανό για να σηκώσει το όχημα του βλάκα που πάρκαρε σε αναπηρική θέση επειδή «βιαζόταν» ή «για λίγο μόνο το πάρκαρε» ή πολύ απλά «δεν το σκέφτηκε».

Σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat σε μια έρευνα που βρήκα με στοιχεία του 2017, ένας στους τέσσερις πολίτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης άνω των 16 ετών πάσχει από κάποια μορφή αναπηρίας. Σκεφτείτε λίγο ξανά αυτό το ποσοστό. ΕΝΑΣ ΣΤΟΥΣ ΤΕΣΣΕΡΙΣ.

eurostat

Δεν θεωρείτε οτι είμαστε πολλοί για να ζούμε στο περιθώριο; ΔΕΝ ΧΩΡΑΜΕ ΛΕΜΕ....

Δεν θέλω η έξοδός μου από το σπίτι να είναι ισοδύναμη εκστρατείας. Με πλάνο, με εφεδρικό πλάνο και σχέδιο εγκατάλειψης. Θέλω να είναι αυθόρμητη. Να έχω επιλογές.

Θέλω να μπορώ να πάρω το καράβι. Το τρένο. Το μετρό. Το λεωφορείο. Όχι μόνο το αεροπλάνο (και αυτό μόνο σε μεγάλα αεροδρόμια). Το πεζοδρόμιο βρε αδερφέ. Θέλω να μπορώ να πάω να κατουρήσω μόνη μου αν θέλω. Όχι με παρέα.

Η απάντηση λοιπόν στον τίτλο του άρθρου είναι:

«Γιατί είναι δύσκολο και μου το κάνετε ακόμη δυσκολότερο»

 

Photo by Pexels.com

Info

Βασικά μου όπλα το χιούμορ, ο σαρκασμός, το πείσμα και το θάρρος.
Είμαι η ‘Ολγα, είμαι 47 ετών και πάσχω από πολλαπλή σκλήρυνση.
Και είμαι καλά.

 

 

ossom logo 680x150